Αλγινικό οξύ
οργανική χημική ένωση, πολυσακχαρίτης που βρίσκεται στα φαιοφύκη / From Wikipedia, the free encyclopedia
Το αλγινικό οξύ ή και αλγίνη είναι οργανική χημική ένωση, ένας πολυσακχαρίτης που βρίσκεται στα φαιοφύκη και μπορεί να καταναλωθεί από τον άνθρωπο ως τροφή. Είναι υδρόφιλη ουσία και σχηματίζει ένα παχύρρευστο κόμμι όταν ενυδατώνεται. Ως οξύ, αντιδρά με δραστικά μέταλλα, όπως το νάτριο και το ασβέστιο, και δίνει άλατα γνωστά ως αλγινικά. Το χρώμα του, ανάλογα με την υφή του, κυμαίνεται από λευκό έως κιτρινωπό-μπεζ. Πωλείται σε ινώδη μορφή, σε μορφή κόκκων ή σε μορφή σκόνης. Η ονομασία προέρχεται από το λατινικό algae, που σημαίνει «φύκη». Φέρει τον κωδικό προσθέτου τροφίμων E401.
Το οξύ αυτό αποτελεί σημαντικό συστατικό των επιστρώσεων που παράγει το βακτήριο ψευδομονάδα η πυοκυανική, παθογόνο που ανιχνεύεται στους πνεύμονες μερικών ανθρώπων που πάσχουν από κυστική ίνωση.[1] Αυτές οι βιοεπιστρώσεις (biofilms) που παράγει η ψευδομονάδα (P. aeruginosa) εμφανίζουν μεγάλη ανθεκτικότητα έναντι των αντιβιοτικών[2], αλλά είναι ευεπίφορα στη δράση των μακροφάγων.[3]