Μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1448)
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Δεύτερη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου (ουγγρικά: második rigómezei csata, τουρκικά: Ikinci Kosova Savaşı) (17–20 Οκτωβρίου 1448) ήταν μια μάχη ανάμεσα σε έναν σταυροφορικό στρατό οδηγούμενο από την Ουγγαρία και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στο Κοσσυφοπέδιο. Ήταν το αποκορύφωμα μιας ουγγρική επίθεσης για να εκδικηθεί για την ήττα στη Βάρνα τέσσερα χρόνια νωρίτερα.
Δεύτερη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου | |||
---|---|---|---|
των Οθωμανικών πολέμων στην Ευρώπη και των Οθωμανο-Ουγγρικών πολέμων | |||
Ένας άτακτος ακιντζής νικά έναν Ούγγρο ιππότη με λάσο. | |||
Χρονολογία | 17–20 Οκτωβρίου 1448 (Ιουλιανό ημερολόγιο) | ||
Τόπος | Κοσσυφοπέδιο, Δεσποτάτο της Σερβίας | ||
Αποτέλεσμα | Καθοριστική οθωμανική νίκη | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
Ηγετικά πρόσωπα | |||
Δυνάμεις | |||
| |||
Απολογισμός | |||
|
Στην τριήμερη μάχη ο οθωμανικός στρατός υπό τις διαταγές του Σουλτάνου Μουράτ Β΄ νίκησε τον σταυροφορικό στρατό του αντιβασιλέα Ιωάννη Ουνυάδη. Υπολογίζοντας ότι θα χρειαστεί πάνω από 40.000 άνδρες να νικήσει τους Οθωμανούς, ο ούγγρος αντιβασιλέας προσπάθησε να ενωθεί με τις αντιοθωμανικές αλβανικές δυνάμεις, ενδεχομένως ηγούμενες από τον Σκεντέρμπεη. Οι Οθωμανοί στη βάση τους, στη Σόφια, πληροφορήθηκαν για την πορεία του σταυροφορικού στρατού και, άρχισαν να ετοιμάζουν τους άντρες τους.
Έχοντας αποτύχει να εντοπίσουν τον κύριο οθωμανικό στρατό, ο οποίος πίστευαν ότι ήταν ακόμα στην πρωτεύουσα, στην Αδριανούπολη, ο Ουνυάδης αιφνιδιάστηκε, στις 17 Οκτωβρίου, όταν ο οθωμανικός στρατός εμφανίστηκε μπροστά στους άνδρες του στο Κοσσυφοπέδιο. Κατασκεύασε ένα τάμπορ, φρούριο από βαγόνια, στον λόφο Πλεμετίνα, από όπου θα πολεμούσε τους Οθωμανούς, οι οποίοι έχτισαν μια δικιά τους ξύλινη οχύρωση σαν απάντηση. Ιππικές αψιμαχίες στις πτέρυγες των οχυρωμάτων κατά τις πρώτες δύο ημέρες και μια σταυροφορική επίθεση τη νύχτα 18/19 Οκτωβρίου με τα βαγόνια και τα όπλα τους εναντίον της κεντρικής θέσης του Σουλτάνου προκάλεσε μεγάλη αιματοχυσία, αλλά όχι οριστικά αποτελέσματα.
Στις 19 Οκτωβρίου ο Μουράτ Β΄ χρησιμοποίησε τους σπαχήδες του από τη Θεσσαλία για να περικλείσει το ιππικό της αριστερής σταυροφορικής πτέρυγας, μαζί με μια γενική επίθεση σε όλο το μήκος της γραμμής για να αποσπάσει την προσοχή του Ουνυάδη από την κύρια προσπάθεια. Ο ελιγμός δούλεψε και το βλαχικό, μολδαβικό και ουγγρικό διαλύθηκε από τους σπάχηδες, που πήραν αιχμαλώτους. Μεγάλο μέρος του σταυροφορικού στρατού στη συνέχεια υποχώρησε. Στις 20 Οκτωβρίου, με τον Μουράτ Β΄ να παρακολουθεί προσωπικά τη μάχη, οι Γενίτσαροι επιτέθηκαν και σκότωσαν όλους όσους είχαν μείνει στο οχύρωμα.
Η μάχη έληξε τις όποιες ελπίδες της διάσωσης της Κωνσταντινούπολης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το ουγγρικό βασίλειο δεν είχε πλέον τους στρατιωτικούς και οικονομικούς πόρους για να εξαπολύσει επίθεση εναντίον των Οθωμανών. Με το τέλος της σταυροφορικής απειλής μισού αιώνα στα ευρωπαϊκά τους σύνορα, ο γιος του Μουράτ Μωάμεθ Β΄ ήταν ελεύθερος να πολιορκήσει στην Κωνσταντινούπολη το 1453.