Μακεδονικό ονοματολογικό ζήτημα
ονοματολογική διαφωνία (1991-2019) μεταξύ της Ελλάδας (η οποία έχει περιφέρεια με την ονομασία Μακεδονία) και της πΓΔΜ, σήμερα Βόρειας Μακεδονία / From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Μακεδονικό ονοματολογικό ζήτημα, γνωστό -στην Ελλάδα κυρίως- και ως «Σκοπιανό» ή «Μακεδονικό ζήτημα», αφορά μία αντιπαράθεση, από το 1991, μεταξύ του ελληνικού κράτους και του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, το οποίο αναφερόταν έως τον Φεβρουάριο του 2019 ως πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Το ζήτημα αφορά την οριστική εξεύρεση λύσης ως προς την ονομασία της πΓΔΜ και για τη χρήση ή μη του όρου Μακεδονία σε αυτή, καθώς και την καθολικότητα της χρήσης του τελικού ονόματος (χρήση σε εθνικό, διεθνές ή διμερές επίπεδο).
Η Ελλάδα ήταν αντίθετη στο πρώτο συνταγματικό όνομα του γειτονικού της κράτους που ήταν Δημοκρατία της Μακεδονίας (Republika Makedonija) και που υιοθετήθηκε επισήμως το 1991, κυρίως λόγω έλλειψης αποσαφήνισης μεταξύ αυτού του ονόματος και του όμορου ελληνικού γεωγραφικού διαμερίσματος της Μακεδονίας και των συσχετισμών του ονόματος με την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας. Επίσης αντιδρούσε έντονα για τη χρήση του όρου Μακεδόνες για τον προσδιορισμό της κύριας εθνότητας του κράτους, τους λεγόμενους Σλαβομακεδόνες, και του όρου μακεδονική για τον προσδιορισμό της επίσημης γλώσσας του, τη λεγόμενη σλαβομακεδονική. Οι διαπραγματεύσεις είχαν φτάσει στο μέγιστο βαθμό διεθνούς διαμεσολάβησης με πολλές προσπάθειες επίλυσης του θέματος, κυρίως μέσω του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Στις 12 Ιουνίου 2018, οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της πΓΔΜ, μετά από μια σειρά διαπραγματεύσεων, υπέγραψαν τη Συμφωνία των Πρεσπών με σκοπό την επίλυση του ζητήματος. Και σύμφωνα με αυτή, η δεύτερη ονομάζεται Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας και η Ελλάδα αναγνωρίζει την ιθαγένεια των πολιτών της χώρας αυτής ως Μακεδονική/Πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας και τη γλώσσα ως μακεδονική, στην οποία ωστόσο επισημαίνεται πως ανήκει στις νοτιοσλαβικες γλώσσες. Η συμφωνία κυρώθηκε από τα κοινοβούλια και των δύο χωρών και τέθηκε σε ισχύ στις 12 Φεβρουαρίου 2019, ενώ στη Βόρεια Μακεδονία πραγματοποιήθηκε και σχετικό δημοψήφισμα, το οποίο όμως δεν επικυρώθηκε αν και είχε θετικό ως προς τη συμφωνία αποτέλεσμα, καθώς δεν υπήρχε η απαιτούμενη προσέλευση. Υπήρξαν έντονες διαδηλώσεις και συλλαλητήρια μετά και πριν τη συμφωνία και στις δύο χώρες με μερίδα πολιτών να αρνείται την αναγνώριση της και να τη χαρακτηρίζει ως παράνομη.
Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης υπό την αιγίδα του ΟΗΕ είχαν συζητηθεί ως πιθανές λύσεις διάφορες σύνθετες ονομασίες που περιελάμβαναν τον όρο «Μακεδονία» μαζί με κάποιον γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό (Βόρεια, Άνω, Νέα κλπ).[1]
Η προσωρινή ονομασία πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η οποία στην αγγλική μεταφράζεται ως former Yugoslav Republic of Macedonia (FYROM), χρησιμοποιούνταν στις διακρατικές σχέσεις όπου εμπλέκονται κράτη που δεν αναγνωρίζουν το συνταγματικό όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας (Republic of Macedonia) και με αυτήν έγινε δεκτή στα Ηνωμένα Έθνη το 1993[2]. Οι περισσότερες χώρες στις διακρατικές τους σχέσεις -εκτός διεθνών οργανισμών- αναγνώριζαν το συνταγματικό όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας, όπως και το σκέτο Μακεδονία που έχει κυριαρχήσει στον καθημερινό λόγο εκτός Ελλάδας.[3] Ωστόσο, όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ, αλλά και ο ΟΗΕ ως οργανισμός, είχαν συμφωνήσει να αποδεχτούν οποιαδήποτε τελική απόφαση ληφθεί από τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο κρατών. Η αντιπαράθεση των δύο χωρών δεν είχε εμποδίσει τις μεταξύ τους στενές εμπορικές συναλλαγές και επενδύσεις, κυρίως από την πλευρά της Ελλάδας, αλλά προκαλεί, ακόμα και μετά τη συμφωνία, έντονες συζητήσεις σε πολιτικό και ακαδημαϊκό επίπεδο και στις δύο πλευρές.