Β΄ Ελληνική Δημοκρατία
1924-1935 / From Wikipedia, the free encyclopedia
Β΄ Ελληνική Δημοκρατία είναι ο όρος που χρησιμοποιείται από ορισμένες πηγές για να περιγράψει το πολιτικό καθεστώς της Ελλάδας από το 1924 ως το 1935.[1][2][3][4][5] Ο όρος αυτός δεν έχει ευρεία χρήση. Η Β΄ Ελληνική Δημοκρατία προέκυψε από την παύση της συνταγματικής μοναρχίας (υπό τους μονάρχες του οίκου Γλύξμπουργκ), και διάρκεσε μέχρι τη κατάλυσή της, από ένα στρατιωτικό κίνημα που παλινόρθωσε τη μοναρχία. Η δεύτερη Δημοκρατία χαρακτηρίζει το δεύτερο μέρος στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας που δεν διοικήθηκε από βασιλιά, με τις συνελεύσεις και τις προσωρινές κυβερνήσεις της ελληνικής επανάστασης να θεωρούνται ως η Α΄ Δημοκρατία. Οι επίσημες ονομασίες του ελληνικού κράτους αυτή την περίοδο ήταν δύο: Ελληνική Πολιτεία, μεταξύ 15 Μαρτίου[6] και 24 Μαΐου 1924 και Ελληνική Δημοκρατία, μέχρι το πραξικόπημα της δεκάτης Οκτωβρίου του 1935.
Β΄ Ελληνική Δημοκρατία | |||
---|---|---|---|
1924–1935 | |||
| |||
Ύμνος: Ύμνος εις την Ελευθερίαν | |||
Χώρα | Ελλάδα | ||
Πρωτεύουσα | Αθήνα | ||
Γλώσσες | Ελληνικά | ||
Πολίτευμα | Προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία | ||
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 39°0′0″N 22°0′0″E | ||
δεδομένα (π • σ • ε ) |
Η Β΄ Ελληνική Δημοκρατία ανακηρύχθηκε, στις 25 Μαρτίου 1924, ως συνέπεια της ήττας της Ελλάδας από την Τουρκία κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, για την οποία κατηγορήθηκε ευρέως η βασιλική κυβέρνηση. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου σχημάτισε κυβέρνηση, με τη στήριξη του κόμματος των Φιλελευθέρων, η οποία κατέθεσε, στις 25 Μαρτίου του 1924, ψήφισμα στη Δ΄ Συντακτική Συνέλευση για την ανακήρυξη αβασίλευτης Δημοκρατίας. Κήρυσσε,έτσι, έκπτωτη τη μοναρχία. Το ψήφισμα επικυρώθηκε με δημοψήφισμα στις 13 Απριλίου 1924. Με σχετικό ψήφισμα της, η Δ΄ Συντακτική Συνέλευση προχώρησε στη μετονομασία του κράτους, αλλά και της θέσης του Κουντουριώτη, επικαλούμενη "παρεξηγήσεις ως προς την έννοια αυτών" , σε Ελληνική Δημοκρατία και Πρόεδρο της Δημοκρατίας αντίστοιχα.[7]
Κατά τη διάρκεια της συνοπτικής ύπαρξής της, η δεύτερη Δημοκρατία αποδείχτηκε ασταθής. Η ελληνική κοινωνία συνέχισε να διαιρείται (δεδομένου ότι ήδη προερχόταν από τον Εθνικό Διχασμό), μεταξύ των υπέρ-δημοκρατικών Βενιζελικών και των μοναρχικών που αντιπροσωπεύθηκαν από το Λαϊκόν Κόμμα. Το τελευταίο αρνήθηκε να αναγνωρίσει ακόμη και τη νομιμότητα της Δημοκρατίας. Ο Εθνικός Διχασμός στην κοινωνία επεκτάθηκε στα πολιτιστικά και κοινωνικά ζητήματα, όπως οι διαφορές με βάση τη χρήση της ελληνικής γλώσσας και στις αρχιτεκτονικές μορφές. Στην πόλωση προστέθηκε η συνεχιζόμενη (από το 1909 με το κίνημα στο Γουδί) συμμετοχή των στρατιωτικών στην πολιτική, που οδήγησε σε διάφορα πραξικοπήματα και προσπάθησε να αποσταθεροποιήσει τον τότε πολιτικό κόσμο. Η οικονομία είχε καταρρεύσει μετά από μια δεκαετία εχθροπραξιών (πολέμων,εμφυλίων συγκρούσεων,κλπ), και ήταν ανίκανη να υποστηρίξει τους 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες από την ανταλλαγή πληθυσμών. Παρά τις προσπάθειες της μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου 1928-1932, η Μεγάλη Ύφεση των Η.Π.Α άσκησε καταστρεπτική επίδραση στην Ελληνική οικονομία. Η εκλογική νίκη του Λαϊκού Κόμματος το 1933, και δύο αποτυχημένα πραξικοπήματα των Βενιζελικών, προετοίμαζαν το έδαφος για την αποκατάσταση του βασιλιά Γεώργιου Β’.