Ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση (εβραϊκά: הסכסוך הישראלי-פלסטיני, αραβικά: النزاع-الفلسطيني الإسرائيلي) αναφέρεται στη συνεχιζόμενη διένεξη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων που ξεκίνησε στα μέσα του 20ού αιώνα.[2] Οι καταβολές της σύγκρουσης ανάγονται στην εβραϊκή μετανάστευση και στη θρησκευτική σύγκρουση στην Παλαιστίνη υπό Βρετανική Εντολή μεταξύ Εβραίων και Αράβων.[3] Έχει αναφερθεί ως η «πιο ανυπόληπτη σύγκρουση» στον κόσμο, με τη συνεχιζόμενη ισραηλινή κατοχή της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας να κρατά για δεκαετίες.[4][5][6]
Ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση | |||
---|---|---|---|
Μέρος της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης | |||
Κεντρικό Ισραήλ και Περιοχή Γ (μπλε), το τμήμα της Δυτικής Όχθης υπό τον πλήρη ισραηλινό έλεγχο, 2011 | |||
Χρονολογία | 20ος αιώνας – σήμερα Κύρια φάση: 1964–1993 | ||
Τόπος | Μέση Ανατολή Κυρίως στο Ισραήλ, τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας και τον Λίβανο. | ||
Κατάσταση | Σε εξέλιξη, Ισραηλινοπαλαιστινιακή ειρηνευτική διαδικασία μάχες υψηλού επιπέδου, κυρίως μεταξύ Ισραήλ και Γάζας | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
| |||
Απολογισμός | |||
21,500 απώλειες (1965–2013)[1] |
Δημόσιες διακηρύξεις αξιώσεων για μια εβραϊκή πατρίδα στην Παλαιστίνη, συμπεριλαμβανομένου του Πρώτου Σιωνιστικού Συνεδρίου του 1897 και της Διακήρυξης του Μπάλφουρ του 1917, δημιούργησαν πρώιμες εντάσεις στην περιοχή. Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η εντολή για την Παλαιστίνη περιελάμβανε μια δεσμευτική υποχρέωση για «την ίδρυση στην Παλαιστίνη μιας εθνικής περιοχής για τον εβραϊκό λαό». Οι εντάσεις μετατράπηκαν σε ανοιχτή παραστρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Εβραίων και Αράβων.[7][8]Το σχέδιο διχοτόμησης των Ηνωμένων Εθνών του 1947 για την Παλαιστίνη δεν εφαρμόστηκε ποτέ και προκάλεσε τον Παλαιστινιακό Πόλεμο 1947–1949. Το τρέχον ισραηλινοπαλαιστινιακό status quo ξεκίνησε μετά την ισραηλινή στρατιωτική κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967.
Έχουν γίνει διάφορες προσπάθειες για την επίλυση της σύγκρουσης ως μέρος της Ισραηλινοπαλαιστινιακής ειρηνευτικής διαδικασίας, παράλληλα με άλλες προσπάθειες για την επίλυση της ευρύτερης αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης.[9][10][11][12] Με τις συμφωνίες του Όσλο του 1993–1995, σημειώθηκε κάποια πρόοδος προς μια λύση δύο κρατών, αλλά η κατοχή και ο αποκλεισμός της Λωρίδας της Γάζας από το 2005 συνεχίζονται. Τα ζητήματα του τελικού καθεστώτος περιλαμβάνουν το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, τους ισραηλινούς εποικισμούς, τα σύνορα, την ασφάλεια και τα δικαιώματα του νερού[13] καθώς και την ελεύθερη κυκλοφορία των Παλαιστινίων[14] και το παλαιστινιακό δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων.
Η βίαια σύγκρουση στην περιοχή —πλούσια σε τοποθεσίες ιστορικού, πολιτιστικού και θρησκευτικού ενδιαφέροντος παγκοσμίως— έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών διεθνών συνεδρίων που ασχολούνται με ιστορικά δικαιώματα, ζητήματα ασφάλειας και ανθρώπινα δικαιώματα και υπήρξε ένας παράγοντας που παρεμποδίζει τον τουρισμό και τη γενική πρόσβαση σε περιοχές που αμφισβητούνται έντονα.[15] Η πλειονότητα των ειρηνευτικών προσπαθειών έχει επικεντρωθεί γύρω από τη λύση των δύο κρατών, η οποία περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους δίπλα στο Ισραήλ. Ωστόσο, η δημόσια υποστήριξη για μια λύση δύο κρατών, η οποία στο παρελθόν απολάμβανε υποστήριξης τόσο από τους Ισραηλινούς όσο και από τους Παλαιστίνιους,[16][17][18] έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια.[19][20][21]
Μέσα στην ισραηλινή και παλαιστινιακή κοινωνία, η σύγκρουση δημιουργεί μια μεγάλη ποικιλία απόψεων. Από την έναρξή της, οι απώλειες της σύγκρουσης δεν έχουν περιοριστεί μόνο στους μαχητές, με μεγάλο αριθμό θανάτων αμάχων και από τις δύο πλευρές. Η λύση των δύο κρατών παραμένει η πιο δημοφιλής επιλογή μεταξύ των Ισραηλινών, αν και η δημοτικότητά της παρουσίασε μεγάλες διακυμάνσεις τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες.[19][20][22] Οι Ισραηλινοί είναι χωρισμένοι σε ιδεολογικές γραμμές, και πολλοί τάσσονται υπέρ της διατήρησης του status quo.[20] Οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι απορρίπτουν τις λύσεις των δύο κρατών δύο από το 2022. Πολλοί πιστεύουν ότι η λύση των δύο κρατών δεν είναι πλέον πρακτική. Οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι υποστηρίζουν ένοπλες επιθέσεις εναντίον Ισραηλινών εντός του Ισραήλ ως μέσο τερματισμού της κατοχής.[21]
Η αμοιβαία δυσπιστία και οι σημαντικές διαφωνίες είναι βαθιές σε βασικά ζητήματα, όπως και ο αμοιβαίος σκεπτικισμός σχετικά με τη δέσμευση της άλλης πλευράς να τηρήσει τις υποχρεώσεις της σε μια ενδεχόμενη διμερή συμφωνία.[23] Από το 2006, η παλαιστινιακή πλευρά έχει διαλυθεί λόγω της σύγκρουσης μεταξύ της Φατάχ, του παραδοσιακά κυρίαρχου κόμματος και του μετέπειτα εκλογικού νικητή, της Χαμάς, μιας μαχητικής ισλαμιστικής ομάδας που απέκτησε τον έλεγχο της Γάζας[24]. Από το 2019, η ισραηλινή πλευρά βιώνει επίσης πολιτική αναταραχή, με τέσσερις βουλευτικές εκλογές να έχουν διεξαχθεί σε διάστημα δύο ετών.[25][26] Ο τελευταίος γύρος ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2013 αλλά ανεστάλη το 2014. Από το 2006, η Χαμάς και το Ισραήλ έχουν κάνει τέσσερις πολέμους, τον πιο πρόσφατο το 2021.[24]
Τα δύο μέρη που θα συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε άμεση διαπραγμάτευση είναι η ισραηλινή κυβέρνηση και η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO). Οι επίσημες διαπραγματεύσεις γίνονται υπό την αιγίδα του Κουαρτέτου για τη Μέση Ανατολή, το οποίο αποτελείται από τα Ηνωμένα Έθνη, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Ρωσία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Αραβικός Σύνδεσμος, ο οποίος έχει προτείνει ένα εναλλακτικό σχέδιο ειρήνης, είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας. Η Αίγυπτος, ιδρυτικό μέλος του Αραβικού Συνδέσμου, υπήρξε ιστορικά βασικός συμμετέχων στην αραβοϊσραηλινή σύγκρουση και στις σχετικές διαπραγματεύσεις, περισσότερο από τη συνθήκη ειρήνης Αιγύπτου-Ισραήλ. Ένας άλλος εξίσου βασικός συμμετέχων είναι η Ιορδανία, η οποία προσάρτησε τη Δυτική Όχθη το 1950 και την κράτησε μέχρι το 1967, χωρίς να διεκδικεί την εδαφική της αξίωση το 1988, με τους βασιλικούς Χασεμίτες της Ιορδανίας να είναι υπεύθυνοι για την κηδεμονία των ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ.