Κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη 1933
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη 1933 (Μάρτιος 1933 - Οκτώβριος 1935) ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, ύστερα από την προσωρινή κυβέρνηση Οθωναίου, και αφού τερματίστηκε το στρατιωτικό πραξικόπημα του Νικολάου Πλαστήρα, της 6ης Μαρτίου 1933.
Β΄ Ελληνική Δημοκρατία | |
Ημερομηνία σχηματισμού | 10 Μαρτίου 1933 |
---|---|
Ημερομηνία διάλυσης | 10 Οκτωβρίου 1935 |
Πρόσωπα και δομές | |
Αρχηγός Κράτους | Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αλέξανδρος Ζαΐμης |
Πρόεδρος Κυβέρνησης | Παναγής Τσαλδάρης |
Συνολικός αριθμός Μελών | 52 |
Συμμετέχοντα κόμματα | «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» (συνασπισμός κομμάτων) |
Κατάσταση στο νομοθετικό σώμα | Κυβέρνηση πλειοψηφίας |
Αξιωματική Αντιπολίτευση | «Εθνικός Συνασπισμός» (συνασπισμός κομμάτων) |
Ιστορία | |
Εκλογές | Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1933 Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1935 |
Θητεία νομοθετικού σώματος | 27 Μαρτίου 1933 - 1 Απριλίου 1935 (Δ΄ κοινοβουλευτική περίοδος) 1 Ιουλίου 1935 - 27 Δεκεμβρίου 1935 Ε' Εθνοσυνέλευση[1] |
Προηγούμενη | Κυβέρνηση Αλέξανδρου Οθωναίου 1933 |
Διάδοχη | Κυβέρνηση Γεωργίου Κονδύλη 1935 |
Η Ελλάδα μπήκε σε μια ακόμα περίοδο ακραίας πόλωσης και φανατισμού, που τροφοδοτήθηκε και από τις δυο πλευρές (βενιζελικοί - αντιβενιζελικοί). Η απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου, στις 6 Ιουνίου 1933, οι δίκες εναντίον των στρατιωτικών που μετείχαν στο πραξικόπημα (αν και ο αρχηγός αυτού, Πλαστήρας, είχε διαφύγει στο εξωτερικό), οι φωνές των βασιλοφρόνων που ολοένα πλήθαιναν για επαναφορά της Βασιλείας, η ολοένα αυξανόμενη επιρροή του Κονδύλη στην κυβέρνηση και στο στρατό, οδήγησαν το Βενιζέλο να αποφασίσει την εκτέλεση ενός ακόμα πραξικοπήματος, αυτού της 1ης Μαρτίου 1935. Το πραξικόπημα απέτυχε αλλά έδωσε αφορμή για διώξεις και αποτάξεις βενιζελικών στρατιωτικών, για εκκαθάριση του δημόσιου τομέα από τους βενιζελικούς, και για την τελική επικράτηση του, βασιλόφρονα πλέον, Κονδύλη, με το πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 1935, που παλινόρθωσε τη Βασιλεία.[2]
Ο βενιζελικός πολιτικός, Αλέξανδρος Ζάννας, σε ένα γράμμα του προς το φυγόδικο Πλαστήρα, τον Ιούνιο του 1933, θα αποδειχτεί προφητικός για το μέλλον της χώρας: «Ο Τσαλδάρης δεν εκέρδισε τις εκλογές της 5ης Μαρτίου, αλλά της 6ης. Αυτό είναι αναμφισβήτητον. Επειδή, όμως, είναι τελείως ανέτοιμος και ανεπαρκής να διοικήσει, δεν εξεμεταλλεύθη καταλλήλως τας περιστάσεις. Παρασυρόμενος άλλοτε μεν από τους αδιαλλάκτους άλλοτε δε από τους διαλλακτικούς, δεν κατόρθωσε κανένα εκ των ζητημάτων να επιλύση. Και εις αυτήν ακόμη την κατηγορίαν κατά του Βενιζέλου δεν έλαβε θέσιν. Προσπάθησε και προσπαθεί ακόμη να εξοικονομήση τα πράγματα για να μην αναγκασθή να πή τη γνώμην του. Ο Κονδύλης επλεύρισε οριστικά πλέον προς τους Λαϊκούς με την ανόητον αντίληψιν πώς αυτός θα υποκαταστήση τον Τσαλδάρην. Η φιλοδοξία του είναι τοιαύτη ώστε είνε ικανός για κάθε ατιμίαν. Περί του Χατζή(κυριάκου) και των άλλων δε μιλώ. Πάντως όλο αυτό το μπουλούκι, που, χωρίς αρχηγό, χωρίς πειθαρχία, στα κουτουρού διοικεί σήμερα το κράτος, δεν είνε δυνατόν επί πολύ κατά τη γνώμη μου να παραμείνη στην αρχή... Θα προσπαθήση δηλαδή ο Κονδύλης να επωφεληθή των περιστάσεων και να εφαρμόση τα σχέδιά του. Θα επιτύχη άραγε στην προσπάθειά του;»[3]