Οικονομία της Πολωνίας
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η οικονομία της Πολωνίας είναι μια βιομηχανοποιημένη, μικτή οικονομία με ανεπτυγμένη αγορά που λειτουργεί ως η έκτη μεγαλύτερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ονομαστικό ΑΕΠ και η πέμπτη μεγαλύτερη κατά ΑΕΠ.[16] Από το 1988, η Πολωνία έχει ακολουθήσει μια πολιτική οικονομικής απελευθέρωσης. Η χώρα αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη ιστορία επιτυχίας όλων των μετακομμουνιστικών κρατών. Η οικονομία της ήταν η μόνη στην ΕΕ που απέφυγε την ύφεση κατά τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008.[17] Από το 2019, η πολωνική οικονομία αναπτύσσεται σταθερά για 28 χρόνια, υψηλό ρεκόρ στην ΕΕ. Αυτό το ρεκόρ ξεπέρασε μόνο η Αυστραλία στην παγκόσμια οικονομία.[18] Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης αυξήθηκε κατά μέσο όρο κατά 6% ετησίως τα τελευταία 20 χρόνια, η πιο εντυπωσιακή επίδοση στην Κεντρική Ευρώπη. Η χώρα επταπλασίασε το ΑΕΠ της από το 1990.[19]
Οικονομία της Πολωνίας | |
---|---|
Βαρσοβία, κεντρική επιχειρηματική περιοχή (2015) | |
Νόμισμα | Ζλότι (PLN, zł) |
Οικονομικό έτος | Ημερολογιακό έτος |
Εμπορικοί οργανισμοί | ΕΕ, ΠΟΕ και ΟΟΣΑ |
Στατιστικά | |
Ονομαστικό ΑΕΠ | |
Κατά κεφαλήν ΑΕΠ | |
ΑΕΠ ανά τομέα |
|
Πληθωρισμός (ΔΤΚ) | |
Πληθυσμός κάτω από το όριο της φτώχειας | |
Συντελεστής Τζίνι | 28.5 low (2019, Eurostat)[5] |
Εργατικό δυναμικό | |
Εργατικό δυναμικό ανά επάγγελμα |
|
Ανεργία | |
Μέσος ακαθάριστος μισθός | PLN 6,644 / €1,356 / $1,484 monthly (December, 2021) |
Μέσος καθαρός μισθός | PLN 4,773 / €974/ $1,066 monthly (December, 2021) |
Κύριες βιομηχανίες |
|
Εξωτερική | |
Εξαγωγές | $230 δις (2020 εκτ.)[2] |
Εξαγωγή εμπορευμάτων |
|
Κύριοι εξαγωγικοί εταίροι | |
Εισαγωγές | $228 δις (2020 εκτ.)[2] |
Εισαγωγές εμπορευμάτων |
|
Κύριοι εισαγωγικοί εταίροι | |
Τρεχούμενος λογαριασμός | $1.584 billion (2017 est.)[2] |
Ακαθάριστο εξωτερικό χρέος | $241 δις (31 Δεκεμβρίου 2017 εκτ.)[2] |
Καθαρή διεθνής επενδυτική θέση | |
Δημόσια οικονομικά | |
Δημόσιο χρέος | |
Έλλειμα προϋπολογισμού | |
Έσοδα | 41,3% του ΑΕΠ (2019)[11] |
Έξοδα | 42,0% του ΑΕΠ (2019)[11] |
Αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας | |
Συναλλαγματικά αποθέματα | $166.05 billion (31 December 2021 est.)[2] |
Όλες οι αξίες, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, είναι σε δολάρια ΗΠΑ |
Η Πολωνία είναι ένας από τους βασικούς μεταναστευτικούς προορισμούς στην ΕΕ, έχοντας προσελκύσει περισσότερους μετανάστες εκτός ΕΕ από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ για μερικά συναπτά έτη.[20]
Η Πολωνία έχει ταξινομηθεί ως μια οικονομία υψηλού εισοδήματος από την Παγκόσμια Τράπεζα,[21] καταλαμβάνοντας την 19η θέση παγκοσμίως ως προς το ΑΕΠ (Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης) και την 22η ως προς το ΑΕΠ (ονομαστικό). Η Πολωνία έχει μια εξαιρετικά ποικιλόμορφη οικονομία που κατατάσσεται στην 21η θέση στον Δείκτη Οικονομικής Πολυπλοκότητας του 2017.[22] Η μεγαλύτερη συνιστώσα της οικονομίας της είναι ο τομέας των υπηρεσιών (62,3%), ακολουθούμενος από τη βιομηχανία (34,2%) και τη γεωργία (3,5%). Με την οικονομική μεταρρύθμιση του 1989, το πολωνικό εξωτερικό χρέος αυξήθηκε από 42,2 δισεκατομμύρια δολάρια το 1989 σε 365,2 δισεκατομμύρια δολάρια το 2014. Η Πολωνία απέστειλε αγαθά αξίας 224,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε όλο τον κόσμο το 2017, ενώ οι εξαγωγές αυξήθηκαν στα 221,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Τα κορυφαία εξαγωγικά αγαθά της χώρας περιλαμβάνουν μηχανήματα, ηλεκτρονικό εξοπλισμό, οχήματα, έπιπλα και πλαστικά.
Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία Πολωνίας, το 2010 ο πολωνικός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης ήταν 3,7%, που ήταν ένα από τα καλύτερα αποτελέσματα στην Ευρώπη. Το 2014 η οικονομία της αναπτύχθηκε κατά 3,3% και το 2015 κατά 3,8%. Το 2016, η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε, αλλά τα κυβερνητικά μέτρα τόνωσης σε συνδυασμό με μια αυστηρότερη αγορά εργασίας στα τέλη του 2016 οδήγησαν σε νέα ανάπτυξη. Το 2017, η Πολωνική Κεντρική Στατιστική Υπηρεσία εκτίμησε αυτή την ανάπτυξη σε 5,2%.[23]
Στις 29 Σεπτεμβρίου 2017, η FTSE Group, βρετανικός πάροχος χρηματιστηριακών δεικτών και σχετικών υπηρεσιών δεδομένων, άλλαξε το καθεστώς της Πολωνίας στην αγορά από αναδυόμενη σε ανεπτυγμένη αγορά.[24]
Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2020 η Πολωνία είχε υψηλότερο κατώτατο μισθό από τον αντίστοιχο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν μετρήθηκε με το Πρότυπο Αγοραστικής Δύναμης.[25]