Ομοιοπαθητική
Προσοχή! Αυτό το άρθρο περιέχει ψευδείς και προσβλητικές πληροφορίες για την επιστήμη της ομοιοπαθητιτικής θεραπευτικής / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ομοιοπαθητική, από τις λέξεις όμοιον και πάθος, είναι ένα ψευδοεπιστημονικό σύστημα εναλλακτικής ιατρικής, που επινοήθηκε το 1796 από τον Σάμουελ Χάνεμαν (Samuel Hahnemann), με βάση το αξίωμα πως «τα όμοια θεραπεύονται με τα όμοια» (similia similibus curantur), σύμφωνα με το οποίο η θεραπεία μιας ασθένειας σωματικής ή πνευματικής[1], μπορεί να επιτευχθεί με χρήση φαρμακευτικών ουσιών που είναι ικανές να προκαλέσουν τα συμπτώματα αυτής της ασθένειας, όταν χορηγηθούν σε έναν υγιή οργανισμό.[2]. Τα ομοιοπαθητικά παρασκευάσματα δεν είναι αποτελεσματικά για τη θεραπεία καμίας νόσου.[3][4][5] Η χρήση των ομοιοπαθητικών θα λέγαμε ότι είναι κυρίως για ψυχολογικούς και ψυχιατρικούς λόγους. Έρευνες μεγάλης κλίμακας έχουν δείξει πως η ομοιοπαθητική δεν είναι περισσότερο αποτελεσματική από ένα εικονικό φάρμακο (placebo), υποδηλώνοντας ότι οποιαδήποτε θετικά αποτελέσματα από τη θεραπεία οφείλονται στο φαινόμενο placebo και τη φυσική ανάρρωση του ασθενούς.[6][7]
Εναλλακτική ιατρική | |
Ο Σάμουελ Χάνεμαν, δημιουργός της ομοιοπαθητικής | |
Ισχυρισμοί | «τα όμοια θεραπεύονται με τα όμοια», η αραίωση αυξάνει τη δραστικότητα, τα μιάσματα προκαλούν τις ασθένειες. |
---|---|
Σχετικά πεδία | Χημεία, Ιατρική |
Έτος πρότασης | 1796 |
Αρχικοί υποστηρικτές | Σάμουελ Χάνεμαν |
Μεταγενέστεροι υποστηρικτές | Τζέιμς Τάιλερ Κεντ, Ρόγιαλ Κόπλαντ, Γιώργος Βυθούλκας |
MeSH | D006705 |
Δείτε επίσης | Χυμοπαθολογία |
Ο Χάνεμαν πίστευε πως η υποκείμενη αιτία των ασθενειών ήταν τα φαινόμενα που εκείνος αποκαλούσε «μιάσματα», τα οποία μπορούν να αντιμετωπιστούν με ομοιοπαθητικά φάρμακα. Για την παρασκευή των φαρμάκων αυτών γίνεται σταδιακή αραίωση μιας δραστικής ουσίας σε οινόπνευμα ή απεσταγμένο νερό, την οποία ακολουθεί βίαη κρούση πάνω σε ένα ελαστικό σώμα.[8] Η αραίωση συνήθως συνεχίζεται ακόμα και όταν πλέον δεν απομένει ούτε ένα μόριο της αρχικής ουσίας.[9] Οι Ομοιοπαθητικοί επιλέγουν φάρμακα συμβουλευόμενοι καταλόγους, γνωστοί και ως «ευρετηριολόγια» (αγγλ. repertory), με βάση μια διάγνωση που λαμβάνει υπόψη τα συμπτώματα του ασθενούς, τα προσωπικά του χαρακτηριστικά, τη φυσική και ψυχολογική του κατάσταση, και την ιστορία της ζωής του.[10]
Οι βασικές αρχές της ομοιοπαθητικής, όπως διατυπώθηκαν από τον Χάνεμαν, αναφέρονται συχνά ως «Κλασική Ομοιοπαθητική», στα πλαίσια της οποίας ο ασθενής λαμβάνει ένα μόνο φάρμακο, και δίδεται ικανός χρόνος στον οργανισμό του ασθενούς να ανταποκριθεί. Υπό τον όρο «ομοιοπαθητική» συμπεριλαμβάνονται και άλλοι τρόποι εφαρμογής των ομοιοπαθητικών φαρμάκων, όπως για παράδειγμα η Ισοπαθητική, η Πλουραλιστική ομοιοπαθητική, η Πολυφαρμακία, κ.α. Σήμερα η ομοιοπαθητική ως διακριτό σύστημα ιατρικής αναγνωρίζεται από τον νόμο στο Βέλγιο (1999), τη Βουλγαρία (2005), τη Γερμανία (1998), την Ουγγαρία (1997), τη Λιθουανία (1997), την Πορτογαλία (2003), τη Ρουμανία (1981), τη Σλοβενία (2007) και το Ηνωμένο Βασίλειο (1950), σε ό,τι αφορά στην Ε.Ε..[11] Τα βασικά αξιώματα της ομοιοπαθητικής στερούνται επαλήθευσης από το πεδίο της βιολογίας[12] και έχουν διαψευστεί εδώ και αρκετό καιρό.[13] Οι προτεινόμενοι μηχανισμοί λειτουργίας των ομοιοπαθητικών φαρμάκων θεωρούνται επιστημονικά αβάσιμοι[14][15] και αδύνατοι.[16] Ενώ ορισμένες κλινικές δοκιμές παρουσιάζουν θετικά αποτελέσματα,[17][18] οι συστηματικές ανασκοπήσεις τους αποκαλύπτουν πως αυτό οφείλεται σε στατιστικές διακυμάνσεις, σε ελαττωματικές ερευνητικές μεθόδους και μεροληπτική αναφορά. Η πρακτική της ομοιοπαθητικής έχει χαρακτηριστεί ως ανήθικη, καθώς επιδεινώνει την ταλαιπωρία των ασθενών αποθαρρύνοντάς τους από τη χρήση αποτελεσματικών φαρμάκων.[19] Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποιεί κατά της χρήσης της ομοιοπαθητικής για τη θεραπεία σοβαρών νοσημάτων όπως το HIV και ελονοσία.[20] Η συνεχιζόμενη πρακτική, παρά την έλλειψη αποδείξεων για την αποτελεσματικότητά της,[21][14][22] οδήγησε στον χαρακτηρισμό της από τμήμα της επιστημονικής και ιατρικής κοινότητας ως ανοησίας,[23] ψευτοϊατρικής,[24][25][26] ή απάτης.
Έχουν πραγματοποιηθεί τέσσερεις ανεξάρτητες αναλύσεις σε μεγάλη κλίμακα για την αξιολόγηση της ομοιοπαθητικής από εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς: Το Αυστραλιανό Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας, την Επιτροπή Επιστήμης και Τεχνολογίας του Βρετανικού κοινοβουλίου, το Συμβουλευτικό Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Ακαδημιών Επιστήμης και του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Υγείας. Όλες κατέληξαν στο ότι η ομοιοπαθητική είναι αναποτελεσματική και πρότειναν τη διακοπή περαιτέρω χρηματοδότησής της. To 2017 η Ρωσική Ακαδημία Επιστημών αποκάλεσε την ομοιοπαθητική ψευδοεπιστήμη. Ωστόσο, παρόλο που στερείται ιατρικής και βιολογικής βάσης, η ομοιοπαθητική θεωρείτο από πολλούς επιστήμη, βασιζόμενη στην επιστημονική μεθοδολογία.