Παλυνολογία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Με τον όρο Παλυνολογία (παλύνω: πασπαλίζω) εννοούμε την επιστήμη που εξετάζει τη χλωρίδα παλαιοτέρων περιόδων, μελετώντας παλυνόμορφα[1]. Τα παλυνόμορφα περιλάμβάνουν φυτικές (συνήθως γύρη) και ζωικές δομές, μικροσκοπικές στο μέγεθος (από 5 µm έως 500 µm), και συντίθενται από υλικά ιδιαίτερα ανθεκτικά στις περισσότερες μορφές διάβρωσης. Η γύρη συλλέγεται από εδαφολογικούς πυρήνες, στους οποίους διαφαίνεται η διαδοχή των γεωλογικών χρονολογικών περιόδων. Η μέθοδός της (πυρηνοληψία) στηρίζεται στην απόσπαση δειγμάτων εδάφους (καρότων) από λιμναίες και ελώδεις αποθέσεις, στη μελέτη και αναγνώριση των κόκκων γύρης που εμπεριέχουν και στη σύνταξη διαγραμμάτων γύρης, που πληροφορούν για τη χλωρίδα της ευρύτερης περιοχής σε μεγάλες χρονικές κλίμακες.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |