Ρουσφέτι (Ελλάδα)
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το ρουσφέτι στην Ελληνική κοινωνία (από την τουρκική γλώσσα rüşvet «δωροδοκία»[1]) αναφέρεται στην πρακτική της (συχνά αναξιοκρατικής) εύνοιας κάποιων ατόμων εις βάρος άλλων, ενίοτε με σκοπό την εξαγορά υπηρεσιών. Για παράδειγμα, η «πώληση» ψήφων σε πολιτικούς που αποσκοπούν να κατέβουν σε εκλογές με σκοπό την πρόσληψη στο δημόσιο (γνωστή και ως «κομματική πρόσληψη») ή η μετάθεση σε ευνοϊκότερη θέση κατά την στρατιωτική θητεία. Φυσικά, οι έννοιες «πωλητής» και «πελάτης» στην προκειμένη έννοια μπορούν να παρθούν αντίστροφα, π.χ. η πώληση θέσεων με σκοπό την αγορά ψήφων· η έννοια «ανταλλαγή» ίσως να είναι κοντινότερα στην έννοια.