Σκάνδαλο Κοσκωτά
Ελληνικό πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο / From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Σκάνδαλο Κοσκωτά ήταν μεγάλο πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο το οποίο κυριάρχησε στην ελληνική πολιτική σκηνή κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 1990. Παράλληλα σηματοδότησε, κυρίως, τον αγώνα για τον έλεγχο των Μ.Μ.Ε. και των τραπεζών. Κεντρικό πρόσωπο του σκανδάλου υπήρξε ο τραπεζίτης Γιώργος Κοσκωτάς, πλην όμως ενεπλάκησαν σ΄ αυτό και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η ουδέτερη οπτική γωνία αυτού του λήμματος αμφισβητείται. |
Σκάνδαλο Κοσκωτά | |
---|---|
Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Ελεύθερος Τύπος, 7 Νοεμβρίου 1988 | |
Ημερομηνία | 1987 - 1991 |
Τοποθεσία | Αθήνα, Ελλάδα |
Τύπος | πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο |
Έκβαση | Παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο |
Κατηγορούμενοι | |
Κατηγορίες |
|
Καταδίκες |
|
Παραπέμφθηκαν σε δίκη ο Ανδρέας Παπανδρέου, πρώην Πρωθυπουργός, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, τέως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, ο Μένιος Κουτσόγιωργας, πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης, ο Δημήτρης Τσοβόλας, πρώην Υπουργός Οικονομικών και ο Γιώργος Πέτσος, πρώην Υφυπουργός Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας. Από αυτούς, ο Ανδρέας Παπανδρέου κρίθηκε αθώος σε όλες τις κατηγορίες, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης δεν δικάστηκε γιατί είχε ήδη εκλεγεί Ευρωβουλευτής και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αρνήθηκε να άρει την ασυλία του, ενώ ο Μένιος Κουτσόγιωργας πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο κατά τη διάρκεια της δίκης. Ο Δημήτρης Τσοβόλας και ο Γιώργος Πέτσος κρίθηκαν ένοχοι για παράβαση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Οι ποινές τους ήταν 2,5 χρόνια (εξαγοράσιμη) για τον πρώτο και 10 μήνες με αναστολή για τον δεύτερο, με αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων και των δύο, για τρία και δύο χρόνια αντίστοιχα.
Η δίκη ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1991 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 1992. Νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 1990, ο Μένιος Κουτσόγιωργας είχε κριθεί προφυλακιστέος και για τρεις μήνες είχε οδηγηθεί στις φυλακές Κορυδαλλού (αφέθηκε ελεύθερος τον Ιανουάριο του 1991 με εγγύηση 70 εκατομμυρίων δραχμών),[1] σε αντίθεση με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους που παρέμειναν ελεύθεροι καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αρνήθηκε να εμφανιστεί στη δίκη και δεν πήγε ούτε μία φορά στο δικαστήριο. Επίσης αρνήθηκε να ορίσει συνηγόρους υπεράσπισής του. Παρότι οι δικαστές είχαν δικαίωμα να διατάξουν την βίαιη προσαγωγή του στο δικαστήριο, τελικά δεν το έπραξαν. Αντίθετα, οι Μένιος Κουτσόγιωργας, Δημήτρης Τσοβόλας και Γιώργος Πέτσος έδωσαν κανονικά το παρόν στη δίκη, με τον Τσοβόλα να έρχεται συχνά σε έντονη αντιπαράθεση με τους δικαστές.
Άμεσο επακόλουθο του σκανδάλου Κοσκωτά ήταν η παραπομπή σε δίκη στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, από τη νέα (μετά το 1993) κυβερνητική πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των υπουργών της κυβέρνησής του Ιωάννη Παλαιοκρασσά και Ανδρέα Ανδριανόπουλου για την ιδιωτικοποίηση της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραπέμφθηκε με τις κατηγορίες της ηθικής αυτουργίας σε απιστία, της παθητικής δωροδοκίας κατ'εξακολούθηση και της παράβασης καθήκοντος και οι υπουργοί με τις κατηγορίες της απιστίας και της παράβασης καθήκοντος, ενώ ο Κων. Μητσοτάκης επίσης παραπέμφθηκε για τηλεφωνικές υποκλοπές πολιτικών προσώπων.[2] Την Πρωτοχρονιά του 1995, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την αναστολή των διώξεων, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιανουαρίου.[3]