Ψώρα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ψώρα είναι μεταδοτική παρασιτική νόσος του δέρματος από το άκαρι της ψώρας (Sarcoptes scabiei).[1][2] Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι η έντονη φαγούρα και κόκκινο βλατιδώδες εξάνθημα.[3] Περιστασιακά μπορεί να είναι ορατές μικρές σήραγγες στο δέρμα.[3] Στην πρώτη μόλυνση, το άτομο συνήθως θα αναπτύξει συμπτώματα ανάμεσα στις δύο και έξι εβδομάδες.[3] Στη δεύτερη μόλυνση μπορεί να αναπτυχθούν σε 1-4 ημέρες.[4] Τα συμπτώματα μπορεί να αναπτυχθούν στο μεγαλύτερο τμήμα του σώματος ή μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως οι καρποί, ανάμεσα στα δάκτυλα ή στη γραμμή της μέσης.[3] Το κεφάλι μπορεί να προσβληθεί, αλλά αυτό συμβαίνει συνήθως μόνο στα παιδιά.[3] Η φαγούρα είναι εντονότερη το βράδυ. Το ξύσιμο μπορεί να προκαλέσει λύση της συνέχειας του δέρματος και επιπλέον βακτηριακή λοίμωξη.[3]
Ψώρα | |
---|---|
Μεγεθυμένη άποψη σήραγγας που έχει δημιουργήσει το άκαρι της ψώρας, το οποίο διακρίνεται ως μαύρη κουκκίδα στο άκρο δεξιά | |
Ειδικότητα | λοιμωξιολογία |
Συμπτώματα | εξάνθημα, Φαγούρα και πυρετός |
Ταξινόμηση | |
ICD-10 | B86 |
ICD-9 | 133 |
DiseasesDB | 11841 |
MedlinePlus | 000830 |
eMedicine | derm/382 emerg/517 ped/2047 |
MeSH | D012532 |
Η ψώρα προκαλείται από το θηλυκό άκαρι Sarcoptes scabiei var. hominis.[1] Τα ακάρεα σκάβουν μέσα στο δέρμα για να ζήσουν και να εναποθέσουν τα αυγά τους.[1] Τα συμπτώματα οφείλονται στην αλλεργική αντίδραση στα ακάρεα.[3] Συνήθως, μόνο 10 με 15 ακάρεα εμπλέκονται στην μόλυνση.[3] Η ψώρα μεταδίδεται μετά από σχετικά παρατεταμένη άμεση επαφή του δέρματος με ένα μολυσμένο πρόσωπο (τουλάχιστον 10 λεπτά), όπως κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.[1][5] Η μετάδοση μπορεί να γίνει ακόμη και αν το άτομο δεν έχει αναπτύξει συμπτώματα.[6] Περιβάλλοντα συνωστισμού, όπως παιδικοί σταθμοί και φυλακές, αυξάνουν τον κίνδυνο διάδοσης.[1] Η κρουστώδης ψώρα είναι μια σοβαρότερη μορφή της νόσου.[1] Συνήθως εμφανίζεται σε άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και μπορεί να οφείλεται σε εκατομμύρια ακάρεα, με αποτέλεσμα να είναι πιο μεταδοτική.[1] Σε αυτή την περίπτωση, η μετάδοση μπορεί να γίνει με σύντομη επαφή ή από μολυσμένα αντικείμενα. Τα ακάρεα είναι πολύ μικρά και όχι άμεσα ορατά.[1] Η διάγνωση βασίζεται στα σημεία και συμπτώματα.[7]
Αρκετά φάρμακα είναι διαθέσιμα για τη θεραπεία της ψώρας, όπως κρέμα με περμεθρίνη, κροταμιτόνη και λινδάνη, ή χάπια ιβερμεκτίνης.[8] Επίσης, χορηγείται θεραπεία σε όσους ανθρώπους ήρθαν σε σεξουαλική επαφή με τον ασθενή τον τελευταίο μήνα και όσους ζουν στο ίδιο σπίτι.[6] Τα κλινοσκεπάσματα και τα ρούχα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν τις τελευταίες 3 ημέρες (το ΚΕΕΛΠΝΟ συνιστά 7 ημέρες[4]) πρέπει να πλυθούν με καυτό νερό και να στεγνώσουν σε στεγνωτήριο.[6] Καθώς τα ακάρεα δεν ζουν παραπάνω από 3 ημέρες μακριά από το ανθρώπινο δέρμα, δεν απαιτείται περαιτέρω καθαρισμός.[6] Συνίσταται επίσης η καλή καθαριότητα του χώρου με κοινά απορρυπαντικά και η χρήση ηλεκτρικής σκούπας.[4] Τα συμπτώματα μπορεί να συνεχίσουν για δύο με τέσσερις εβδομάδες μετά τη θεραπεία.[6] Αν τα συμπτώματα επιμένουν μετά αυτό το χρονικό σημείο, μπορεί να χρειαστεί επαναθεραπεία.[6]
Η ψώρα είναι μία από τις τρεις πιο κοινές δερματικές διαταραχές στα παιδιά, μαζί με την τριχοφυτία και τις βακτηριακές δερματικές λοιμώξεις.[9] Όσον αφορά το 2015, αφορά περίπου 204 εκατομμύρια ανθρώπους (2,8% του παγκόσμιου πληθυσμού).[10] Είναι το ίδιο κοινή και στα δύο φύλα.[11] Οι νέοι και γέροι επηρεάζονται περισσότερο.[7] Είναι συχνότερη στον αναπτυσσόμενο κόσμο και στα τροπικά κλίματα.[7] Άλλα ζώα δεν μεταδίδουν ανθρώπινη ψώρα.[1] Η μόλυνση των ζώων προκαλείται συνήθως από συγγενικά, αλλά ελαφρώς διαφορετικά ακάρεα.[12]