Μετάλλευμα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Μετάλλευμα (αγγλικά: Ore, Mineral, Erz) είναι συγκέντρωση ενός ή περισσοτέρων ορυκτών, που δημιουργήθηκε κατόπιν γεωλογικών διεργασιών στο φλοιό της γής ή στην επιφάνειά της ή στο θαλάσσιο πυθμένα και από την οποία μπορεί να ληφθεί, με μια περισσότερο ή λιγότερο σύνθετη και οικονομικά συμφέρουσα επεξεργασία, ένα μέταλλο (π.χ. μετάλλευμα σιδήρου).Ο όρος αυτός έχει επεκταθεί και σε μη μεταλλικά ορυκτά, όπως π.χ. μετάλλευμα θείου, φθορίτου. Γενικότερα, οι Ορυκτές Πρώτες Υλες (ΟΠΥ, "Mineral resources") είναι συγκεντρώσεις ορυκτών ή πετρωμάτων, όχι απαραίτητα μεταλλευμάτων, των οποίων τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά και οι ιδιότητες, δικαιολογούν την εκμετάλλευσή τους και το συνακόλουθο οικονομικό ενδιαφέρον για χρήση στη βιομηχανία, την ενέργεια, το εμπόριο. Οι Ορυκτές Πρώτες Υλες (ΟΠΥ) ανήκουν στην ευρύτερη κατηγορία των φυσικών πόρων ("natural resources") και μάλιστα των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων.