Σουκρόζη
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η σουκρόζη, ευρύτερα γνωστή και ως καλαμοσάκχαρο ή σακχαρόζη[1], είναι ένας δισακχαρίτης ο οποίος αποτελεί φυσικό σάκχαρο που χημικώς δομείται από μόρια της γλυκόζης και της φρουκτόζης. Παράγεται με φυσικό τρόπο σε αρκετά φυτά και είναι το κύριο συστατικό της λευκής ζάχαρης. Έχει τον ακόλουθο χημικό τύπο, C12H22O11.
Για ευρεία κατανάλωση, η σακχαρόζη εξάγεται και εξευγενίζεται είτε από το ζαχαροκάλαμο είτε από ζαχαρότευτλα. Ζαχαρόμυλοι – που συνήθως βρίσκονται στην τροπική ζώνη κοντά στις περιοχές όπου καλλιεργείται το ζαχαροκάλαμο – συνθλίβουν το ζαχαροκάλαμο και παράγουν ακατέργαστη ζάχαρη που αποστέλλεται σε άλλα εργοστάσια για εξευγενισμό σε καθαρή σακχαρόζη.
Αντίθετα, τα εργοστάσια ζαχαρότευτλων βρίσκονται στην εύκρατη ζώνη όπου καλλιεργούνται τα τεύτλα. Μονάδες επεξεργάζονται τα τεύτλα απευθείας σε ραφιναρισμένη ζάχαρη. Η διαδικασία διύλισης της ζάχαρης περιλαμβάνει το πλύσιμο των κρυστάλλων ακατέργαστης ζάχαρης πριν από τη διάλυσή τους σε ένα σιρόπι ζάχαρης το οποίο φιλτράρεται και στη συνέχεια περνά πάνω από άνθρακα για να αφαιρεθεί τυχόν υπολειμματικό χρώμα. Το σιρόπι ζάχαρης στη συνέχεια συμπυκνώνεται με βρασμό υπό κενό και κρυσταλλώνεται. Επίσης υφίσταται τελική διαδικασία καθαρισμού για να παραχθούν κρύσταλλοι καθαρής σακχαρόζης οι οποίοι είναι διαυγείς, άοσμοι και γλυκοί.
Η ζάχαρη είναι συχνά ένα πρόσθετο συστατικό στην παραγωγή τροφίμων και στις συνταγές. Περίπου 178 εκατομμύρια τόνοι ζάχαρης παρήχθησαν παγκοσμίως το 2023.[2]
Η σακχαρόζη είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη και αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την τερηδόνα, επειδή τα βακτήρια Streptococcus mutans τη μετατρέπουν σε έναν κολλώδη, εξωκυτταρικό πολυσακχαρίτη με βάση τη δεξτράνη που τους επιτρέπει να σχηματίζουν την οδοντική πλάκα. Η σακχαρόζη είναι το μόνο σάκχαρο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα βακτήρια για να σχηματίσουν αυτόν τον κολλώδη πολυσακχαρίτη.[3]