Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας
οργανισμός την περίοδο Γαλλικής Επανάστασης / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας[1] (γαλλικά: Comité de salut public)—ιδρυθείσα τον Απρίλιο του 1793 από τη Συμβατική Εθνοσυνέλευση και μετέπειτα ανασχηματισμένη τον Ιούλιο του 1793—αποτελούσε την de facto εκτελεστική εξουσία στη Γαλλία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Τρόμου (1793–94), που αποτελούσε φάση της Γαλλικής Επανάστασης. Η Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας διαδέχθηκε την προγενέστερη Επιτροπή Γενικής Άμυνας (ιδρυθείσα στον Ιανουάριο του 1793) και ανέλαβε τον ρόλο της προστασίας της νεοϊδρυθείσας δημοκρατίας έναντι ξένων επιθέσεων και εσωτερικών ανταρσιών. Ως πολεμικό μέτρο, η Επιτροπή—που αποτελούνταν αρχικά από εννέα, και στη συνέχεια δώδεκα, μέλη—κατέλαβε ευρείες εποπτικές εξουσίες στις στρατιωτικές, δικαστικές και νομοθετικές προσπάθειες. Αποτελούσε διοικητικό όργανο το οποίο επέβλεπε και διευκόλυνε το έργο των εκτελεστικών οργάνων της Συνέλευσης και των κυβερνητικών υπουργών που οριζόταν από τη Συνέλευση. Καθώς η Επιτροπή προσπάθησε να αντιμετωπίσει τους κινδύνους του συνασπισμού των Ευρωπαϊκών εθνών και τις αντιεπαναστατικές δυνάμεις στο εσωτερικό της χώρας, γινόταν ολοένα και πιο ισχυρή.
Τον Ιούλιο του 1793, μετά την ήττα των Γιρονδίνων στη Συνέλευση, ο επιφανής ηγέτης των ριζοσπαστών Ιακωβίνων, Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος, έγινε μέλος της Επιτροπής. Η ισχύς της Επιτροπής κορυφώθηκε μεταξύ Αυγούστου 1793 και Ιουλίου 1794. Τον Δεκέμβριο του 1793, η Επιτροπή κατείχε εκτελεστική ισχύ έναντι της Επιτροπής.
Μετά την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου τον Ιούλιο του 1794, αρχίζει μια αντιδραστική περίοδος κατά της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας. Είναι γνωστή ως Θερμιδοριανή Αντίδραση, μιας και η πτώση του Ροβεσπιέρου από την εξουσία προκλήθηκε κατά τον Επαναστατικό μήνα του Θερμιντόρ. Η επιρροή της Επιτροπής μειώθηκε, και αυτή διαλύθηκε το 1795.