Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ελλάδα)
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.) ιδρύθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1983 από την πρώτη Κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου με τον Νόμο 1397/1983 στα πλαίσια μεταρρύθμισης και αναβάθμισης της δημόσιας υγείας και της λειτουργικής ενοποίησης των δημόσιων υποδομών περίθαλψης. Σκοπός του είναι η ιατροφαρμακευτική και νοσηλευτική κάλυψη των αναγκών του ελληνικού πληθυσμού και όσων διαμένουν στην Ελλάδα, μέσω της παροχής δωρεάν υπηρεσιών. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2021, στο Ε.Σ.Υ. δόθηκαν 4.256.596.000 €.[1] Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σε έκθεση του το 2000 κατέταξε το ΕΣΥ δέκατο τέταρτο (14ο) παγκοσμίως στη μετρική παράμετρο «γενική επίδοση συστήματος υγείας» (Αγγλικά: "overall health system performance").[2] Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, υπάρχουν 6,2 ιατροί κάθε ειδικότητας ανά 1.000 κατοίκους και 1,2 μονάδες ΝΠΔΔ ανά 100.000. Το 47,8% των Ελλήνων απολαμβάνει πολύ καλή υγεία. [3]
Οι υπηρεσίες υγείας οφείλουν να παρέχονται απρόσκοπτα και ισότιμα σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από την οικονομική, κοινωνική και επαγγελματική τους κατάσταση μέσα από ένα ενιαίο και αποκεντρωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Αιχμή του συστήματος ήταν η δημιουργία Κέντρων Υγείας, περιφερειακών και νομαρχιακών Νοσοκομείων στην Ελλάδα. Η μεταρρύθμιση αυτή εισήχθη με το προαναφερθέντα νόμο 1397 του 1983.[4]
Τον Δεκέμβριο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής Μητρώου Δημοσίων Υπαλλήλων, υπηρετούσαν 89.710 άνθρωποι, μειωμένοι κατά -12,96% με το 2019.
Στις 2 Δεκεμβρίου 2022 ψηφίστηκε, εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων από υγειονομικούς, τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών, νομοσχέδιο που προβλέπει τη μερική ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ και σπάει το ασυμβίβαστο των υγειονομικών.[5][6][7]