Κωνσταντίνος Φωκάς
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Κωνσταντίνος Φωκάς (πέθανε 953/954) ήταν βυζαντινός αριστοκράτης και στρατηγός.
Κωνσταντίνος Φωκάς | |
---|---|
Παράσταση από το Χρονικό του Σκυλίτζη στη Μαδρίτη, της υποτιθέμενης δηλητηρίασης και θανάτου του Κωνσταντίνου. Ο πατέρας του, χτυπημένος από τη θλίψη, διατάσσει την εκτέλεση όλων των μουσουλμάνων αιχμαλώτων | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Κωνσταντῖνος Φωκᾶς (Αρχαία Ελληνικά) |
Γέννηση | 10ος αιώνας |
Θάνατος | Δεκαετία του 950[1] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Γονείς | Βάρδας Φωκάς ο πρεσβύτερος |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | στρατηγός |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | στρατηγός |
δεδομένα |
Ήταν ο νεότερος γιος του Βάρδα Φωκά, και αδελφός του στρατηγού και μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρου και του στρατηγού Λέοντα Φωκά. Όταν ο πατέρας του διορίστηκε ως δομέστικος των σχολών το 945, ο Κωνσταντίνος διορίστηκε στρατηγός (στρατιωτικός διοικητής) του θέματος της Σελευκείας, στα νοτιοανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας με τον μουσουλμανικό κόσμο[2].
Συμμετείχε στις εκστρατείες του πατέρα του εναντίον των μουσουλμάνων, και συνελήφθη από τον Χαμδανίδη εμίρη του Χαλεπίου, Σαΐφ αλ Ντάουλα, στη μάχη της Μαράς το 953[3][4]. Ο Κωνσταντίνος πήρε μέρος στη μετέπειτα θριαμβευτικής εισόδου του Σαΐφ αλ-Ντάουλα στο Χαλέπι, αλλά σύντομα αρρώστησε και πέθανε (πιθανώς στις αρχές του 954). Μερικές βυζαντινές πηγές αναφέρουν ότι δηλητηριάστηκε από τον Σαΐφ αλ Ντάουλα μετά την άρνησή του να ασπαστεί το Ισλάμ, ενώ αραβικές πηγές υποστηρίζουν ότι δηλητηριάστηκε από τους βυζαντινούς όταν ο Σαΐφ αλ Ντάουλα αρνήθηκε τα λύτρα που προσφέρονται από τον Βάρδα Φωκά. Όποια και αν είναι η αλήθεια, για τον θάνατο του Κωνσταντίνου φαίνεται να έχει κατηγορηθεί ο Σαΐφ αλ Ντάουλα από τους Βυζαντινούς, και σε αντίποινα πολλοί άραβες αιχμάλωτοι, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων από τους συγγενείς του εμίρη των Χαμδανιδών, εκτελέστηκαν ως αποτέλεσμα του θανάτου του[5]. Μερικές βυζαντινές και αραβικές πηγές ισχυρίζονται ότι αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αποτυχία της ειρηνευτικής πρεσβείας που στάλθηκε από τους Βυζαντινούς τον Ιούνιο του 954 υπό τον Παύλο Μονομάχο, αλλά οι σύγχρονοι μελετητές αν αμφισβητούν αυτή την εκδοχή[6][7]