Λιμάνι του Λονδίνου
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ως Λιμάνι του Λονδίνου (αγγλ. Port of London) ορίζεται το τμήμα του ποταμού Τάμεση που βρίσκεται μεταξύ του υδατοφράκτη Τέντινγκτον και του ορίου της Βόρειας Θάλασσας (που από το 1968 καθορίζεται από μία ευθεία γραμμή από το Ακρωτήριο Φάουλνες στο Έσσεξ μέχρι το Ακρωτήριο Γουόρντεν στο Κεντ με ενδιάμεσο τον παλαιό φάρο Γκάνφλητ)[1], και περιλαμβάνει κάθε αποβάθρα μεταξύ αυτών των ορίων[2]. Μεταξύ αυτών είναι και το τμήμα του ποταμού που διέρχεται από το κέντρο της πόλης του Λονδίνου. Κάποτε ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι του κόσμου, ενώ σήμερα έρχεται δεύτερο στη Μεγάλη Βρετανία μετά το συγκρότημα των εκβολών του Χαλ-Χάμπερ, γνωστό ως Grimsby & Immingham. Ως προς τη χρήση του διοικείται από τον Οργανισμό Λιμένα του Λονδίνου (Port of London Authority, P.L.A.), ένα δημόσιο μονοπώλιο που ιδρύθηκε το 1908, το οποίο είναι κυρίως υπεύθυνο για τον συντονισμό και την επιβολή των δραστηριοτήτων στο λιμάνι.[3]
Το Λιμάνι του Λονδίνου έχει την δυνατότητα να εξυπηρετεί κρουαζιερόπλοια, πορθμεία και φορτηγά πλοία όλων των τύπων στις μεγαλύτερες αποβάθρες του στο ανατολικό άκρο. Καθώς συνέβη με πολλά παρόμοια ιστορικά ευρωπαϊκά λιμάνια δημιουργημένα σε εκβολές ποταμών, όπως αυτά της Αμβέρσας και του Ρότερνταμ, πολλές δραστηριότητες βαθμίαια, όλο και περισσότερο, μετακινήθηκαν προς την κατεύθυνση της ανοικτής θάλασσας, καθώς τα πλοία μεγάλωναν σε διαστάσεις και η γη προς το πάνω μέρος του ποταμού καταλαμβανόταν από άλλες χρήσεις, π.χ. οικιστικές, από την επέκταση των πόλεων.